- κρανιακά νεύρα
- Ονομασία 12 ζευγών νεύρων που ξεκινούν από την πρόσθια επιφάνεια του στελέχους του εγκεφάλου και, μέσα από ειδικές οπές του κρανίου, φτάνουν μέχρι τα όργανα και τους ιστούς της κεφαλής και του τραχήλου και τα νευρώνουν. Από αυτά μόνο ένα, το πνευμονογαστρικό, κατεβαίνει στην κοιλότητα του θώρακα και της κοιλιάς. Στα στρογγυλόστομα, τα ψάρια και τα αμφίβια, υπάρχουν μόνο οι 10 πρώτες συζυγίες κ.ν. Η πρώτη και η δεύτερη συζυγία είναι το οσφρητικό και το οπτικό νεύρο. Η τρίτη, η τέταρτη και η έκτη συζυγία είναι αντίστοιχα το οφθαλμοκινητικό, το τροχιλιακό και το απαγωγό νεύρο, που αναπτύσσονται σε σύνδεση με τα εγκεφαλικά μυοτόμια και νευρώνουν τους μυς του ματιού. Η πέμπτη συζυγία, το τρίδυμο νεύρο, που εξασφαλίζει την αισθητική νεύρωση του δέρματος του πρόσθιου τμήματος της κεφαλής και των μασητήρων μυών, συνδέεται με την περιοχή του γοτθικού τόξου. Η έβδομη συζυγία είναι το προσωπικό νεύρο, που στα ψάρια νευρώνει τα όργανα της πλάγιας γραμμής και τους μυς του υοειδούς ιστού, και στα χερσαία σπονδυλωτά τους επιφανειακούς μυς του τραχήλου. Στον άνθρωπο και στους πιθήκους νευρώνει τους μυς της έκφρασης του προσώπου. Η τελευταία αυτή συζυγία περιέχει εκκριτικές ίνες για τον δακρυϊκό αδένα και τους σιελογόνους αδένες και γευστικές ίνες για τον βλεννογόνο της γλώσσας. Από το νεύρο αυτό, στην πορεία της εξέλιξης διαχωρίζεται η όγδοη συζυγία, το αιθουσαίο-κοχλιακό νεύρο, που συνδέει τα όργανα της ακοής, της ισορροπίας και της βαρύτητας με τον εγκέφαλο. Η ένατη συζυγία (γλωσσοφαρυγγικό νεύρο) και η δέκατη (πνευμονογαστρικό νεύρο) είναι μεικτά νεύρα που φέρουν φυτικές, κινητικές και αισθητικές ίνες, ενώ η ενδέκατη (παραπληρωματικό νεύρο) σχηματίζεται στα θηλαστικά από το πνευμονογαστρικό νεύρο. Το παραπληρωματικό νεύρο είναι κινητικό και νευρώνει τον στερνοκλειδομαστοειδή και τον τραπεζοειδή μυ. Τέλος, η δωδέκατη συζυγία, το υπογλώσσιο νεύρο, εμφανίστηκε ύστερα από τη σύμμειξη μυϊκών κλάδων των νωτιαίων νεύρων. Τα κ.ν. διακρίνονται από τα νωτιαία από το γεγονός ότι δεν διαθέτουν νευροτόμια και δεν είναι αυστηρά εξειδικευμένα.
Dictionary of Greek. 2013.